ΤΟΜΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ – ΤΑ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΑ ΤΕΚΜΗΡΙΑ

ΤΟΜΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ

ΤΑ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΑ ΤΕΚΜΗΡΙΑ

 

 

 

Εισαγωγή

      Θα ήθελα ευθύς εξαρχής να ξεκαθαρίσω την  παραδοξότητα σχετικά   με την αφόρμηση μίας τόσο φιλόδοξης προσπάθειας, η οποία έχει στο επίκεντρό της τη δημοσίευση αρχειακών τεκμηρίων που αναφέρονται στις ελληνογερμανικές σχέσεις της δεκαετίας του 1940, μίας από τις κρισιμότερες δεκαετίες του 20ού αιώνα, ακόμη μάλιστα πιο σημαντικής και πιο νευραλγικής από τη δεκαετία του 1910. Η τελευταία αυτή δεκαετία, ως γνωστόν,  κυοφόρησε επώδυνα την πρώτη παγκόσμια  σύγκρουση  και  δημιούργησε τις προϋποθέσεις για να αναμετρηθεί πολυαίμακτα η διεθνής κοινωνία για μία ακόμη φορά είκοσι χρόνια αργότερα, και ειδικότερα την 1η Σεπτεμβρίου 1939, με τον “κακό εαυτό της”.

      Η  παραδοξότητα  του  συγκεκριμένου  εγχειρήματος   έγκειται   στο ότι ξεκινάμε τη σειρά: “Γερμανικές Πηγές για τη Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία” με τον πρώτο τόμο να περιλαμβάνει τη δημοσίευση του Πολεμικού Ημερολογίου μίας γερμανικής μεραρχίας, εν προκειμένω της 73ης Μεραρχίας Πεζικού, η οποία πρωταγωνίστησε στην επίθεση  της  Γερμανίας  εναντίον της Ελλάδας στις 6 Απριλίου 1941 και όχι ενδεχομένως με τη δημοσίευση αρχειακών πρωτολείων, που σχετίζονται με τις διπλωματικές επαφές και διεργασίες του ελληνικού με το γερμανικό παράγοντα κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα, οι οποίες εν τέλει και ακολούθησαν.

      Αυτό γίνεται για δύο καίριους  και  σημαντικούς  λόγους.  Πρώτον,  διότι μέσω της δημοσίευσης των πρωτογενών αυτών πηγών, που βλέπουν κυριολεκτικά για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας – και προέρχονται αφενός από το Ιστορικό Αρχείο του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας (Bundes- archiv/Militärarchiv – Freiburg) και αφετέρου από το Ιστορικό Αρχείο του Υπουργείου των Εξωτερικών (Politisches Archiv des Auswärtigen Amtes – Berlin) της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας – αποκαλύπτονται νέα στοιχεία αναφορικά όχι μόνο με τη συνθηκολόγηση του ελληνικού στρατού τον Απρίλιο του 1941 αλλά και άλλων σπουδαίων συνδηλωτικών παραμέτρων.  Και  δεύτερον,  διότι  οι  πρωτοβουλίες  των  στρατιωτικών του μετώπου, Ελλήνων αρχικά και Γερμανών στη συνέχεια, αναδιέταξαν πλήρως το πολιτικό σκηνικό των ελληνογερμανικών σχέσεων και κατ’ επέκταση διαμόρφωσαν δυναμικά και πολυδιάστατα την τακτική των διπλωματικών επαφών που υιοθέτησαν οι καθ’ ύλην αρμόδιοι φορείς.

      Μέχρι σήμερα θεωρούνταν λιγότερο  ή περισσότερο ως κοινός τόπος   η άποψη ότι οι πολιτικοί ή οι διπλωματικοί κύκλοι είχαν τον πρώτο λόγο στην ελληνογερμανική διένεξη του 1941 και πως εκείνοι πήραν για πρώτη φορά την πρωτοβουλία, προκειμένου να διευθετηθούν οι εκκρεμότητες ή  και οι προσδοκίες που προέκυψαν αυθόρμητα και παρορμητικά στο πεδίο των μαχών, ζητώντας επιτακτικά λύση. Φυσικά και βρίσκονταν σε εξέλιξη διάφορες διαμεσολαβητικές επαφές Ελλήνων με Γερμανούς αξιωματούχους μέσω των διεθνών διπλωματικών διαύλων της εποχής αλλά χωρίς να καταλήξουν σε συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Τα γεγονότα, ωστόσο, που έπαιξαν τελικά το σημαντικότερο ρόλο και έκριναν καθοριστικά το ρου των μελλοντικών εξελίξεων στο θερμό αυτό κεφάλαιο των σχετικά πρόσφατων ελληνογερμανικών σχέσεων ήταν εκείνα που εκτυλίχθηκαν στη γραμμή “των πρόσω’’ με πρωταγωνιστές τους ανώτερους αξιωματικούς του μετώπου και των δύο πλευρών.

      Βέβαια, θα πρέπει στη συνάφεια αυτή να υπογραμμισθεί με ιδιαίτερη έμφαση η ανάδειξη του αυθόρμητου ρόλου των νέων ανθρώπων που πήραν μέρος σε αυτή τη διελκυστίνδα, τους οποίους ενδεχομένως να θεωρεί κανείς στην πρώτη διερευνητική εξέταση ως δευτεραγωνιστές ή και τριταγωνιστές της υπόθεσης. Και τούτο αφενός, διότι η εγχώρια ιστοριογραφία τους αφιέρωσε λίγες σελίδες με επιγραμματικές αναφορές και αφετέρου, επειδή ίσως η συμμετοχή των στρατηγών ή των πάσης φύσεως αξιωματούχων να ήταν περισσότερο ευκρινής. `Η και ακόμη, διότι οι μηχανισμοί παραγωγής γραφειοκρατικού υλικού να θεώρησαν ως υποχρέωσή τους να απαθανατίσουν περισσότερο τις ενέργειες των υψηλόβαθμων αυτών ομάδων, παρά τις παρορμητικές πρωτοβουλίες των νεαρών βλαστών που η συμμετοχή τους στα πολεμικά δρώμενα θεωρούνταν αυτονόητη και ως εκ τούτου όχι και τόσο νευραλγικής σημασίας.

      Όμως, η συστηματική ιχνηλασία των αρχειακών τεκμηρίων ανέδειξε στην επιφάνεια της ιστορικής έρευνας άλλες διαπιστώσεις. Με πρώτη και κύρια την ολόθυμη συμμετοχή της ελληνικής νεολαίας σε όλα τα πεδία,  αλλά από αφανή μετερίζια, του πολυσχιδούς αυτού κεφαλαίου, που άνοιξε  με εκκωφαντικό τρόπο τα ξημερώματα της σημαδιακής εκείνης Δευτέρας, της 28ης Οκτωβρίου 1940 – όταν η Ιταλία κήρυξε αναίτια και απρόκλητα τον πόλεμο εναντίον της Ελλάδας – και συνέχισε με τον ίδιο αδιάλειπτο τρόπο και την Κυριακή στις 6 Απριλίου 1941 με τη δυναμική αντιμετώπιση της γερμανικής εισβολής στο ζωτικό ελληνικό χώρο.

      Ως εκ τούτου, κύριο και πρωταρχικό μας μέλημα έγινε στο  εξής,  ύστερα από την ενεργή περιδιάβαση στις ατραπούς του πρωτογενούς υλικού των Γερμανικών Αρχείων του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η ανάδειξη του παραγνωρισμένου αυτού εν πρώτοις ρόλου της εργαζόμενης και φοιτητιώσας ελληνικής νεολαίας, που συμμετείχε με όλη τη δύναμη της ψυχής της στον ελληνοϊταλικό και το συνεπακόλουθο ελληνογερμανικό πόλεμο του 1940 – 1941.

      Κατά συνέπεια, η οπτική μας γωνία οριοθετήθηκε ενεργά και δομήθηκε μεθοδικά πάνω στον αρχειακό άξονα της συμβολής της ελληνικής νεολαίας στο έπος του Μετώπου του 1940-1941, της επακόλουθης τριπλής Κατοχής και της αδάμαστης και αγέρωχης Αντίστασης των ετών 1941-1944.

      Έτσι, στο πεδίο της αναζήτησης ενός ευθύβολου, ευρηματικού αλλά και ελκυστικού τίτλου για τη δίτομη έρευνά μας καταλήξαμε πηγαία και αβίαστα στη διατύπωση: “Ο ρόλος των Νέων στο Μέτωπο, την Κατοχή και την Αντίσταση (1940-1944)”.

      Η αυλαία της επίθεσης της ναζιστικής Γερμανίας εναντίον της Ελλάδας σηκώθηκε στις 5.15΄ τα ξημερώματα της Κυριακής 6 Απριλίου 1941 και υπαγορεύθηκε από την αδήριτη ανάγκη της στρατιωτικής ήττας των συμμάχων τους Ιταλών στο ελληνοαλβανικό μέτωπο, που είχε ανοίξει από τις 28 Οκτωβρίου 1940. Η γερμανική επίθεση οδήγησε γρήγορα την ελληνική αμυντική γραμμή κατά μήκος των βορείων συνόρων σε κατάρρευση. Μία εξέλιξη που οφειλόταν όχι μόνο στην εμφανή υπεροχή της εκπαίδευσης και του εξοπλισμού των γερμανικών στρατευμάτων αλλά και στην παντελή έλλειψη ενός ικανού επιτελικού σχεδιασμού εκ μέρους των δυτικών συμμάχων και της Ελλάδας, προκειμένου να αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά το πρωτοφανές στρατιωτικό δόγμα του κεραυνοβόλου πολέμου (Blitzkrieg) των Γερμανών

      Οι συνέπειες της γερμανικής αυτής στρατηγικής έγιναν εμφανείς πολύ σύντομα και στην περίπτωση της Ελλάδας. Η γραμμή των οχυρών που κατασκευάσθηκε από τον Ιωάννη Μεταξά ανήκε στρατηγικά και λειτουργικά στo μοντέλο της αμυντικής οργάνωσης του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και παρά τον ηρωισμό των  υπερασπιστών της δεν κατάφερε εν τέλει να αναχαιτίσει  τη γερμανική πλημμυρίδα. Έτσι,  η επιθετική προώθηση του διοικητή της   2ης Τεθωρακισμένης Μεραρχίας Rudolf Veiel στην κοιλάδα του Αξιού και η κατάληψη της Θεσσαλονίκης δεν πρέπει να θεωρηθεί ως μία συμπτωματική εξέλιξη της γρήγορης διέλευσής του από τη Γιουγκοσλαβία αλλά μία καλά υπολογισμένη στρατηγική κίνηση, προκειμένου να σπάσει στη μέση το ελληνικό στράτευμα, όπως ακριβώς έγινε και με τις συμμαχικές δυνάμεις στις Αρδέννες από τα τανκς του Heinz Guderian.

      Κατά συνέπεια, ήταν αναπόφευκτη, παρά την ηρωική ελληνική αντίσταση, η είσοδος των Γερμανών στη Θεσσαλονίκη  στις  9  Απριλίου 1941 και η συνομολόγηση με την  επίνευση από τον  Αλέξανδρο Παπάγο  του Πρωτοκόλλου Παράδοσης της πόλης από τον μαχητικό αντιστράτηγο Κωνσταντίνο Μπακόπουλο στον Rudolf Veiel, προκειμένου να αποφευγόταν η άσκοπη αιματοχυσία.

      Στη συνέχεια, η γερμανική στρατιωτική μηχανή προσέβαλε τη Δυτική Μακεδονία, ενώ η έκδοση της διαταγής για τη σύμπτυξη των στρατευμάτων μας στην Αλβανία έγινε με σημαντική καθυστέρηση (12 Απριλίου 1941), όταν δύο μέρες νωρίτερα οι Γερμανοί είχαν εισέλθει στη Φλώρινα, αμφισβητώντας παράλληλα τη λειτουργικότητα του άξονα Καστοριάς – Νεάπολης – Γρεβενών. Μάλιστα, στην περιοχή Πισοδερίου και Δισπηλιού εκτυλίχθηκαν οι πρώτες συγκρούσεις του νικηφόρου ελληνικού στρατού με γερμανικές μονάδες, οι οποίες κατίσχυσαν χάρη της υπεροπλίας και των υλικών τους μέσων. Στις 17 Απριλίου 1941 οι πόλεις των Γρεβενών και της Καλαμπάκας έπεσαν στα χέρια της εμπροσθοφυλακής της επίλεκτης μεραρχίας των SS Leibstandarte Adolf Hitler υπό τον περιβόητο “μονομάχο” του Χίτλερ Sepp Dietrich, ο οποίος με υπόδειξη κατά πάσα πιθανότητα του Wilhelm List προσανατολίσθηκε προς το Μέτσοβο και τα Ιωάννινα, παγιδεύοντας έτσι το ελληνικό στράτευμα της Αλβανίας.

      Η μεγαλύτερη, ωστόσο, απειλή εκπήγαζε από την κάμψη του ηθικού και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της ηττοπάθειας και της αυτοδιάλυσης των  ελληνικών σχηματισμών,  που είχε  δημιουργηθεί εξαιτίας της αμέλειας  ή ενδεχομένως και της σκοπιμότητας εκείνων, που εκ των πραγμάτων είχαν ως αποστολή να οδηγήσουν τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις στην επιβολή και κατίσχυσή τους. Τα γεγονότα που επακολούθησαν και κατηύθυναν τις εξελίξεις προς τη συνθηκολόγηση του Γεώργιου Τσολάκογλου και στον παραμερισμό της νόμιμης κυβέρνησης του ελληνικού κράτους ήταν η νομοτελειακή κατάληξη πολλών παρασκηνιακών διαβουλεύσεων, που είχαν εκούσια ξεκινήσει Έλληνες στρατηγοί με τον Γερμανό γενικό πρόξενο της Θεσσαλονίκης ήδη από τις 12 Μαρτίου 19413.

      Κατά συνέπεια,  στο  επίκεντρο  του  εγχειρήματός  μας  τοποθετήθηκε η έκδοση όλων των εγγράφων αυτών, στα γερμανικά και τα ελληνικά, που αναφέρονταν στη μονομερή πρωτοβουλία του στρατηγού Γ. Τσολάκογλου να ζητήσει με επιστολή του, παρά τα διεθνή ειωθότα, απευθυνόμενος προσωπικά στον Αδόλφο Χίτλερ να παραδώσει τον ελληνικό στρατό (20 Απριλίου 1941), γεγονός που πραγματοποιήθηκε και μάλιστα άνευ όρων, οδηγώντας τον στην αιχμαλωσία. Λίγες μέρες αργότερα με μία δεύτερη επιστολή του πάλι προς τον Αδ. Χίτλερ ο Γ. Τσολάκογλου ζήτησε την ανάληψη της πρωθυπουργίας με τη δέσμευση να κυβερνήσει σύμφωνα με τις επιταγές του Γ΄ Ράιχ.

      Οι επιστολές του Τσολάκογλου διαφυλάχθηκαν στο Πολεμικό Ημερολόγιο (Kriegstagebuch) της 73ης Μεραρχίας Πεζικού που επιχείρησε στα Ιωάννινα. Στο ίδιο Ημερολόγιο αποτυπώθηκε ο καθορισμός της οροθετικής γραμμής ανάμεσα στα ελληνικά και τα ιταλικά στρατεύματα, καθώς και οι ανεπιτυχείς απόπειρες της ιταλικής πλευράς να τη διαβούν με στόχο να αιχμαλωτίσουν οι Ιταλοί όσο το δυνατόν περισσότερους Έλληνες.

      Επίσης, αναπαριστάται ανάγλυφα η χαώδης κατάσταση που ακολούθησε την ανακωχή, η άτακτη φυγή των Ελλήνων στρατιωτών στις ιδιαίτερες πατρίδες τους και τα τρία Πρωτόκολλα Παράδοσης με όλο το παρασκήνιο των διαβουλεύσεων, καθώς και οι διαπραγματεύσεις για τη συγκρότηση κυβέρνησης υπό τον Τσολάκογλου. Για πρώτη φορά, ακόμη, έρχεται στο φως ο ακριβής αριθμός του οπλισμού που κατέσχεσε ως πολεμική λεία η γερμανική πλευρά, οι χώροι αποθήκευσής τους και η παράδοσή τους στους Ιταλούς. Αποθησαυρίζεται, επίσης, η αλληλογραφία του τότε μητροπολίτη Ιωαννίνων Σπυρίδωνος Βλάχου με τον διοικητή της 73ης Μεραρχίας Πεζικού στρατηγό Bruno Bieler. Και, τέλος, παρουσιάζεται παραστατικά το ηθικό και ο ρόλος των στρατευμένων Νέων σε όλες αυτές τις εκ των πραγμάτων δύσκολες περιστάσεις του Μετώπου, της Κατοχής και της Αντίστασης, αποδίδοντας ρεαλιστικά τη μοναδική γενναιοφροσύνη και το ακατάβλητο σθένος τους.

      Στη συνάφεια αυτή ας υπομνησθεί η πρώτη πράξη δυναμικής αντίστασης εναντίον του κατακτητή, που συμπυκνώνεται στην απομάκρυνση της μισητής σβάστικας από τον ιερό βράχο της Ακρόπολης το βράδυ της 30ής ξημερώνοντας 31 Μαΐου 1941 από δύο ψυχωμένους νεαρούς, τον Μανώλη Γλέζο και τον Απόστολο Σάντα, οι οποίοι αψηφώντας τους θανάσιμους κινδύνους επιτέλεσαν το ακατόρθωτο.

      Αξίζει εδώ να αποθησαυρισθεί η πρώτη σύλληψη της ιδέας αυτής, όπως την αποτυπώνει γλαφυρά ο Μανώλης Γλέζος στο έργο του: “ Έτσι, μια μέρα καθισμένοι στα σκαλοπάτια του Ζαππείου, με το Λάκη (Απόστολο Σάντα), συλλάβαμε την ιδέα του κατεβάσματος της σβάστικας, της πολεμικής σημαίας του Γ΄ Ράιχ, από την Ακρόπολη”.

     Οπωσδήποτε και η κορύφωση της συγκεκριμένης πράξης έχει στο πλαίσιο αυτό τη θέση της, όπως την ένιωσε και νοηματοδότησε ο δεύτερος της παρέας, ο Απόστολος Σάντας : “Η σύλληψη και η απόφαση για την πράξη μας αυτή, αλλά και ο τρόπος εκτέλεσής της, έδειξε στρατηγική ωριμότητα, απίστευτη γενναιότητα και αυτοθυσία.

      Μέσα μας κυριάρχησε η αίσθηση, ότι ήταν μεγάλη εκείνη η στιγμή, με το λιγοστό φως του φεγγαριού να λάμπει πάνω στα μάρμαρα που εκπροσωπούσαν 3.000 χρόνια ιστορίας στα ιερά της πατρίδας μας. Εκεί – αισθάνθηκα εγώ,  αλλά πιστεύω και ο Μανώλης – ότι και 10 ζωές αν είχα θα τις έδινα”.

      Από το χρονικό αυτό όριο και στο εξής οι σκλαβωμένοι νικητές του αλβανικού έπους και ιδιαίτερα σύμπασα η εργαζόμενη και φοιτητιώσα νεολαία οργάνωσαν με ευρηματικότητα δίκτυα κατασκοπείας σε συνεργασία με τις συμμαχικές μυστικές υπηρεσίες, προκάλεσαν εκτεταμένες δολιοφθορές στον εχθρό ιδίως στο πλαίσιο του συμμαχικού σχεδίου Animals, διένειμαν παράνομαέντυπα, έγραψανστουςδημόσιουςχώρουςανατρεπτικάσυνθήματα, δρομολόγησαν μαζικές κινητοποιήσεις και λαϊκές απεργίες ειδικότερα στην περιοχή της πρωτεύουσας και των μεγάλων αστικών κέντρων, οργάνωσαν δίκτυα διαφυγής πατριωτών τόσο προς τη Μέση Ανατολή όσο και προς το βουνό, προς την Ελεύθερη Ελλάδα, διαμορφώνοντας έτσι την πολυσχιδή αντίσταση του αδούλωτου ελληνικού λαού εναντίον των δυνάμεων του φασισμού.

      Το πνεύμα αυτό της διαχρονικής αντίστασης των Ελλήνων, όπως το οριοθέτησε και αποτύπωσε τεκμηριωτικά ο Νίκος Σβορώνος στο πολύτομο έργο του, εναντίον των κάθε λογής επιδρομέων, το εμπνεύσθηκε και απέδωσε με μοναδικό λυρισμό ο ποιητής του ασυμβίβαστου Ελληνισμού Άγγελος Σικελιανός, όταν το πρωινό της 28ης Φεβρουαρίου 1943 απήγγειλε στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών “με μια φωνή όσο ποτέ δυνατή” πάνω από το φέρετρο του Κωστή Παλαμά που ακουμπούσε η Ελλάδα το:

 

Ηχήστε οι σάλπιγγες … Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα …
Βόγκα Παιάνα ! Οι σημαίες οι φοβερές
της Λευτεριάς ξεδιπλωθείτε στον αέρα !

 

      “Εκείνη την ώρα”, σημειώνει με γλαφυρότητα ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, o Άγγελος Σικελιανός “τάραξε τις ψυχές και πολλοί κλαίγανε. Έδωκε τον τόνο. Δεν υπήρχε θάνατος πια. Τελούνταν μπρος μας η αιωνοποίηση, η αποθέωση ενός θνητού. Την θλίψη την αντικαθιστούσε μία πνοή θριάμβου”.

      Αυτή την πνοή του θριάμβου ήλθε και ανέδειξε η αιχμή του δόρατος της ελληνικής κοινωνίας, η αγέρωχη νεολαία της, που με προμετωπίδα τις “σημαίες τις φοβερές της Λευτεριάς’’ κατέθεσε την ψυχή της στο έπος της τετράχρονης Αντίστασης (1941-1944) εναντίον των κάθε λογής ολοκληρωτισμών ∙ στόχος, μέλημα και προσδοκία του παρόντος εγχειρήματος.

 

Τεκμήρια
63

Telegramm
(Geh. Ch. V.)

Athen, den 31. Mai 1941
Ankunft: “    1. Juni    “    00.55 Uhr

Nr. 397 vom 31.5.    C i t o !

Seite dem Einmarsch deutscher Truppen in Athen ist ein gewisses Ab- sinken der Stimmung gegenüber Deutschland, die trotz des Krieges noch nicht feindselig war, bemerkbar. Dies dürfte vor allem auf folgende Faktoren zurückzuführen sein:
1.    Enttäuschung darüber, dass Deutschland die einer Annexion gleich- kommende Besetzung von Ostmazedonien und Thrazien durch Bulgarien entgegen den bei der Kapitulation gehegten Erwartungen zugelassen hat.
2.    Enttäuschung darüber, dass Deutschland, wie jetzt allgemein be- fürchtet wird, Griechenland in der Hauptsache den Italienern zur Besetzung überlassen wird, denen man die Absicht zuschreibt, sich dauernd im Land festsetzen zu wollen,
3.    Gewisse Härten im Auftreten der deutschen Truppen, die, vielleicht durch die Kriegsverhältnisse unvermeidbar, trotzdem ungünstig gewirkt ha- ben.
4.    Die immer katastrophaler werdende Ernährungslage auf der anderen Seite, vor allem aber die neuerliche Herabsetzung der Brotration auf 180 gr neben dem Ausfall sonstig wichtiger Ernährungsmittel.
Der deutlich spürbare Einfluss, der auch nach der Flucht der Engländer immer noch im Land zahlreich vorhandenen feindlichen Agenten.
Neustens ist eine Zuspitzung eingetreten: englische Gefangene sind vorgestern wieder ostentativ beklatscht worden, vereinzelt wurden Ansätze unfreundlicher Haltung der Bevölkerung gegenüber unseren Soldaten beo- bachtet, die Wehrmachtsflagge auf der Akropolis wurde heute Nacht von un- bekannten Tätern entfern. Als Gegenmassnahme ist zunächst vom AOK die Polizeistunde von Mitternacht auf 22 Uhr herabgesetzt, aus- serdem sollen bestimmte Razzien durchgeführt werden. Wegen der Herab- holung der Flagge hat sich der Oberbefehlshaber weitere Entschliessung vor- behalten. Ich selbst habe meinerseits durch besondere Note zu diesem Vorfall die schärfsten Massnahmen entsprechend der des Falls von der griechischen Regierung gefordert und im übrigen zu Unterstützung des Vorgehens des AOK mündlich auf das nachdrücklichste energische Massnahmen zur Auf- rechterhaltung von Ruhe und Ordnung verlangt, vor allem durch intensive Aufklärung der Bevölkerung, durch strenge Anweisungen an die griechischen Polizeiorgane und durch energische Verfolgung der englischen Agenten und ihre freiwilligen Helfer.
Die griechische Regierung hat bereits heute früh einen Aufruf des griechischen Ministerpräsidenten an die Bevölkerung erlassen und sucht auch durch geeignete Pressemittel einzuwirken.
In Anschluss an meine frühere Berichterstattung scheint mir vor allem das Ernährungsproblem den entscheidenden Punkt für die Aufrechterhal- tung der Ruhe in Griechenland darzustellen, eine Auffassung, die mein italie- nischer Kollege teilt.

 

Altenburg

Τηλεγράφημα
(Απόρρ. Κώδ. V)

Αθήνα, 31 Μαΐου 1941
Λήψη:    1 Ιουνίου  “    Ώρα 00.55

Αρ. 397 της 31.5.    Ε π ε ί γ ο ν !

Από την είσοδο των γερμανικών στρατευμάτων στην Αθήνα παρατηρείται μία βέβαιη υποχώρηση της διάθεσης απέναντι στη Γερμανία, που παρά τον πόλεμο δεν έχει γίνει ακόμη εχθρική. Αυτό πρέπει να αναχθεί προπαντός στους ακόλουθους παράγοντες:
1.    Απογοήτευση για το γεγονός ότι η Γερμανία επέτρεψε μια κατοχή που ισοδυναμεί με προσάρτηση της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης από τους Βουλγάρους αντίθετα προς τις προσδοκίες που δημιουργήθηκαν κατά τη συνθηκολόγηση.
2.    Απογοήτευση για το γεγονός ότι η Γερμανία, όπως τώρα γενικά το υποψιάζονταν, παρέδωσε την Ελλάδα κυρίως για κατοχή στους Ιταλούς, στους οποίους καταλογίζουμε την πρόθεση, να θέλουν να εγκατασταθούν μόνιμα στη χώρα.
3.    Ορισμένες βιαιότητες στην εμφάνιση των γερμανικών στρατευμάτων, οι οποίες είναι λόγω των πολεμικών σχέσεων αναπόφευκτες, ωστόσο έχουν επιδράσει δυσάρεστα.
4.    Η επισιτιστική κατάσταση που ολοένα γίνεται καταστροφική από την άλλη πλευρά, προπαντός όμως η πρόσφατη μείωση της ημερήσιας μερίδας του ψωμιού στα 180 γραμ. εκτός από την απώλεια των έτσι ή αλλιώς σημαντικών μέσων διατροφής.
Η σαφώς ανιχνεύσιμη επίδραση, την οποία ασκούν ακόμη μετά τη φυγή των Άγγλων πολυάριθμοι πράκτορες του εχθρού.
Τώρα τελευταία εμφανίσθηκε μία κορύφωση: Άγγλοι αιχμάλωτοι χειροκροτήθηκαν προχθές πάλι επιδεικτικά, μεμονωμένα παρατηρήθηκαν τάσεις μη φιλικής συμπεριφοράς του πληθυσμού απέναντι στα στρατεύματά μας, η σημαία της Wehrmacht πάνω στην Ακρόπολη απομακρύνθηκε σήμερα τη νύκτα από άγνωστους δράστες. Ώς αντίμετρο έχουν κυρίως μειωθεί  από τη Στρατιά η ώρα κυκλοφορίας από τα μεσάνυκτα στις 22 η ώρα, εκτός τούτου πρέπει να διεξαχθούν ορισμένες αστυνομικές έφοδοι. Εξαιτίας της αφαίρεσης της σημαίας ο διοικητής έχει επιφυλαχθεί για περαιτέρω αποφάσεις. Εγώ ο ίδιος από την πλευρά μου με ιδιαίτερη ανακοίνωση για το συμβάν αυτό έχω αξιώσει από την Ελληνική Κυβέρνηση δριμύτατα μέτρα, αντίστοιχα της περίπτωσης και έχω απαιτήσει προφορικά στο εξής για υποστήριξη της προτεραιότητας της Στρατιάς και τη λήψη των απαραίτητων ενεργειών για τη διατήρηση της ησυχίας και της τάξης, προπαντός με εντατική διαφώτιση του πληθυσμού, με αυστηρές υποδείξεις στα ελληνικά αστυνομικά όργανα και με ενεργή καταδίωξη των Άγγλων πρακτόρων και των εθελοντών βοηθών τους
Η Ελληνική Κυβέρνηση έχει ήδη απευθύνει σήμερα νωρίς μία έκκληση του Έλληνα πρωθυπουργού στον πληθυσμό και ψάχνει επίσης να επενεργήσει με τον κατάλληλο τρόπο στα Μέσα Ενημέρωσης.
Σε σύνδεση με την προηγούμενη έκθεσή μου μου φαίνεται κυρίως το επισιτιστικό πρόβλημα να είναι το αποφασιστικό σημείο για τη διατήρηση της ησυχίας στην Ελλάδα, μία αντίληψη, την οποία συμμερίζεται ο Ιταλός συνάδελφος μου.

 

Altenburg
 

64

 

Telegramm
(Geh. Ch. V.)

Athen, den 1. Juni 1941
Ankunft: “ 1.    “    1941 – 18.15 Uhr

Nr. 403 v. 1. 6. Im Anschluß an Telegramm vom 31.
Nr. 397 bei Pol IV.

C i t i s s i m e !

Die Nacht nach Einführung der gekürzten Polizeistunde verlief ohne Zwischenfälle.
Als Folge meiner gestern mit dem stellvertretenden Ministerpräsiden- ten geführten Unterhaltung bringt die heutige Morgenpresse wiederum eine Erklärung des griechischen Ministerpräsidenten, in der er in eindeutigster Weise von den Ereignissen der letzten Zeit abrückt, insbesondere das Herun- terholen der deutschen Kriegsflagge von der Akropolis aufs schärfste ver- urteilt und die griechische Bevölkerung zu einer freundlichen Haltung ge- genüber den deutschen Soldaten ermahnt. Ferner hat griechische Regierung noch gestern abend Personalveränderungen in der Leitung der Polizei und Gendarmerie und in allen den nachgeordneten Polizeistellen vorgenommen, die mit den Ereignissen der letzten Tage in Verbindung zu bringen sind.


Altenburg
 

Τηλεγράφημα
(Απόρρ. Κώδ.V)

Αθήνα, 1 Ιουνίου 1941
Λήψη:  1    “    1941 –  Ώρα 18.15

Αρ. 403 της 1.6. Σε συνέχεια με το τηλεγράφημα της 31ης Αρ. 397 στο Τμ. Πολ. IV

Κ α τ ε π ε ί γ ο ν !

      Μετά την καθιέρωση της μειωμένης κυκλοφορίας η νύκτα πέρασε χωρίς επεισόδια.
Ως συνέπεια της συζήτησης μου που διεξήχθη χθες με τον αντικαταστάτη του πρωθυπουργού, ο σημερινός πρωινός τύπος δημοσιεύει πάλι μια  δήλωση του Έλληνα πρωθυπουργού, στην οποία αυτός με σαφέστατο τρόπο αποκηρύσσει τα γεγονότα των τελευταίων ημερών, ιδιαίτερα κατακρίνει δριμύτατα την αφαίρεση της γερμανικής πολεμικής σημαίας από την Ακρόπολη και προτρέπει τον ελληνικό πληθυσμό για μία φιλική στάση απέναντι στους Γερμανούς στρατιώτες. Επιπλέον, η Ελληνική Κυβέρνηση έκανε χθες το βράδυ αλλαγές προσώπων στη Διεύθυνση της Αστυνομίας  και της Χωροφυλακής και σε όλους τους διορισθέντες στους αστυνομικούς σταθμούς, που πρέπει να συνδεθούν με τα γεγονότα των τελευταίων ημερών.


Altenburg

65

Berlin, den 1. Juni 1941

Zu Telegramm Nr. 390
aus Athen

Die Politische Abteilung hält es für dringend erwünscht, dass Gesand- ter Altenburg zur Besprechung laufender Angelenheiten möglichst bald nach Berlin kommt, wie er dies im Telegramm Nr. 390 anregt.

 

Hiermit
Abt. Pers.

(gez.) Woermann
 

Βερολίνο, 1 Ιουνίου 1941

Στο τηλεγράφημα αρ. 390
από την Αθήνα

Το Τμήμα των Πολιτικών  Υποθέσεων  θεωρεί επείγουσα επιθυμία, ότι  ο πρεσβευτής Altenburg έρχεται στο  Βερολίνο  το  συντομότερο  δυνατό  για συζήτηση επί των τρεχουσών υποθέσεων, όπως αυτός προέτρεψε στο τηλεγράφημα 390.



Με αυτό
Τμ. Προσ.

(υπογρ.) Woermann
 

66

Telegramm
(Geh. Ch. V.)

Athen, den 2. Juni 1941
Ankunft: “ 2.    “    “    17.23 Uhr

Nr. 409 vom 2.6.    Cito!

Heute Nacht verlief ebenfalls ohne Zwischenfall. Ministerpräsident ließ mir Entschuldigungsschreiben auf meine Protestnote wegen Herabholung der Wehrmachtsflagge auf der Akropolis zugehen. Vorlage Abschrift er folgt gleichzeitig mit Luftpost unter Bezugnahme auf diesen Drahtbericht.

 

Altenburg
 

Τηλεγράφημα
(Απόρρ. Κώδ. V)

Αθήνα, 2 Ιουνίου 1941
Λήψη:  2    “    “    Ώρα 17.23

Αρ. 409 της 2.6.    Επείγον!

Η σημερινή νύκτα πέρασε επίσης χωρίς επεισόδια. Ο πρωθυπουργός μου έδωσε μία επιστολή συγγνώμης για τη διαμαρτυρία μου λόγω της αφαίρεσης της σημαίας της Wehrmacht από την Ακρόπολη. Πρότυπο αντίγραφο αποστέλλεται άμεσα με το αεροπορικό ταχυδρομείο σε σχέση με την τηλεγραφική εντολή.

 

Altenburg
 

 

 

Επίλογος

      Το καινοτόμο στοιχείο του ανά χείρας πονήματος εδράζεται στη βάση της εκ νέου ανάγνωσης και του βαθύτερου αναστοχασμού του ρόλου, που διαδραμάτισαν ιδιαίτερα οι Νέοι  και οι Νέες και κατ’ επέκταση σύσσωμος    ο δοκιμαζόμενος ελληνικός λαός στα μολυβένια χρόνια του Μετώπου, της Κατοχής και της Αντίστασης (1940 – 1944). Και αυτό μέσα κυρίως από τις Γερμανικές Πηγές, που εναπόκεινται σήμερα στα Αρχεία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας σχετικά με το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στο Φράιμπουργκ και το Βερολίνο, σε συνδυασμό φυσικά με την ομόλογη πρωτεύουσα και δευτερεύουσα βιβλιογραφία, ελληνική και ξενόγλωσση.

      Αναμφίβολα, οι Γερμανοί κατέγραψαν με επιμέλεια, ακρίβεια και μεθοδικότητα τα δρώμενα της επίμαχης περιόδου του ελληνοϊταλικού και του ελληνογερμανικού πολέμου, της Κατοχής και της Αντίστασης, αποδίδοντας με ρεαλισμό και καθαρότητα, χωρίς συναισθηματισμούς και επιφυλάξεις το τι ακριβώς συνέβη στη δύσκολη αυτή εκ των πραγμάτων εποχή. Τα πρωτόλεια αυτά τεκμήρια, πολιτικοστρατιωτικά εν πρώτοις και διπλωματικά στο δεύτερο τόμο, δημοσιεύονται εδώ αυτούσια με την ελληνική τους μετάφραση, προκειμένου να μεταφέρουν όσο το δυνατόν πιο παραστατικά και ανάγλυφα το κλίμα της βαριά φορτισμένης συναισθηματικά δεκαετίας του 1940.

      Η ιστοριογραφία για την επίμαχη περίοδο, ως γνωστόν,  αφιέρωσε μέχρι σήμερα όλη της την ενεργητικότητα, προκειμένου να καταγράψει τη συμβολή που εισέφεραν οι εξουσιαστικές ελίτ στην υπόθεση της δεύτερης παγκόσμιας πολεμικής αναμέτρησης του 20ού αιώνα, χωρίς να αναλογισθεί πόσο σημαντικός ήταν τελικά ο ρόλος που έπαιξαν οι νέοι άνθρωποι και μάλιστα από αφανή μετερίζια.

      Αυτόν ακριβώς το ρόλο της αγωνιζόμενης ελληνικής  νεολαίας  θέλουμε να πιστεύουμε, ότι ανέδειξε η ανά χείρας προσπάθεια, έχοντας στις προτεραιότητές της να καταγράψει σε μία πρώτη φάση όλους ανεξαιρέτως τους εμπλεκόμενους από ελληνικής πλευράς στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.  Και  σε δεύτερο επίπεδο, να ερμηνεύσει στο άμεσο μέλλον αναλυτικότερα  τις συμπεριφορές και τις νοοτροπίες, τις προθέσεις και τα κίνητρα όλων των ενεργών αυτών  ομάδων στο πλαίσιο μίας νέας ξεχωριστής μονογραφίας,    με βάση και γνώμονα όλο αυτό το δημοσιευμένο αρχειακό υλικό, που θα αποθησαυρισθεί, προϊόντος του χρόνου, στη σειρά αυτή των “Γερμανικών   Πηγών για τη Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία”.

      Δεν θα ήταν υπερβολή εάν διατυπώναμε την άποψη ότι το ήδη δημοσιευμένο αυτό πρωτογενές υλικό φωτίζει από μία απρόσμενη οπτική γωνία, εκείνη των πρωταγωνιστών που ήταν εκ των πραγμάτων οι Γερμανοί στην τοτινή συγκυρία, όλους,  όσοι  συμμετείχαν  στην  ελληνοϊταλική  και τη συνεπακόλουθη ελληνογερμανική διένεξη. Μάλιστα, πολλοί από τους υψηλόβαθμους αυτούς εκπροσώπους της στρατιωτικής, της πολιτικής αλλά και της διπλωματικής ιεραρχίας, που διαχειρίσθηκαν σημαντικές υποθέσεις του ελληνικού κράτους στη νευραλγική αυτή καμπή της δεκαετίας  του  1940 θέλησαν μεταπολεμικά μεθοδεύοντας με σπουδή, να παρουσιάσουν εξαγνιστικά τη συμμετοχή τους στα επίμαχα δρώμενα.

      Είναι όμως γεγονός ότι δεν έπεισαν και εάν ορισμένοι από αυτούς κατάφεραν τελικά να πείσουν τους συγκαιρινούς τους, αυτό έγινε  πρόσκαιρα και επιδερμικά και μόνο για να καλυφθούν οι σκοπιμότητες και οι υστεροβουλίες της στιγμής. Μακροπρόθεσμα δεν τα κατάφεραν. Δεν άντεξε η επιχειρηματολογία τους την αποδεικτική αξία της αλήθειας.  Ο χρόνος ήλθε να τους διαψεύσει. Και πολύ περισσότερο ήλθαν να τους διαψεύσουν πανηγυρικά τα πολιτικοστρατιωτικά τεκμήρια του πρώτου τόμου και τα διπλωματικά του ανά χείρας τόμου με έναν τρόπο μεθοδικό, νηφάλιο και ψύχραιμο και προπαντός χωρίς φόβο, πάθος και τακτικισμούς.

      Ακόμη, ήλθε να τους διαψεύσει ενεργά και πλέρια και η ηρωική πράξη του Μανώλη Γλέζου και του Απόστολου Σάντα, οι οποίοι πίστευσαν, όπως χαρακτηριστικά περιγράφει ο δεύτερος, ότι “έτσι, καθώς το είχαμε αποφασίσει, σκεφτήκαμεότιέπρεπεναδείξουμεστους Γερμανούς ότιοαγώναςσυνεχίζεται∙ δεν σημαίνει ότι επειδή έπεσε η Κρήτη χάθηκε ο πόλεμος. Και όπως ήμασταν και νέοι που έβραζε το αίμα μας – όπως όλων των νέων – είχαμε θυμώσει με τις θριαμβολογίες και την αλαζονεία τους. Την επόμενη μέρα, λοιπόν, πήγαμε στην Ακρόπολη”.

      Και τέλος ήλθε, επίσης, να τους διαψεύσει και ο πολυσχιδής ρόλος των ανυπότακτων Ελληνίδων και Ελλήνων Νέων της δρακογενιάς του 1940, που με την προβολή της αλήθειας του οράματός τους στο προσκήνιο της ιστορικής γνώσης πέτυχαν τελικά να δημιουργήσουν μία Ελλάδα περισσότερο ελεύθερη και πιο δημοκρατική!

 

Στην ιερή μνήμη του Απόστολου Σάντα (22.2.1922-30.4.2011)
και στην αταλάντευτη και αγέρωχη
μέχρι σήμερα πορεία του Μανώλη Γλέζου (9.11.1922)
«Τιμά δε τα πράγματα κρέσσονα ποιεί»
(«Όταν τιμάς τους άξιους ανθρώπους, τους κάνεις πιο δυνατούς»)
Βίωνας

      Η πρώτη πράξη δυναμικής αντίστασης εναντίον του κατακτητή συμπυκνώνεται στην απομάκρυνση της μισητής σβάστικας από τον ιερό βράχο της Ακρόπολης το βράδυ της 30ής ξημερώνοντας 31 Μαΐου 1941 από δύο ψυχωμένους νεαρούς, τον Απόστολο Σάντα και τον Μανώλη Γλέζο, οι οποίοι αψηφώντας τους θανάσιμους κινδύνους επιτέλεσαν το ακατόρθωτο.

      Από το χρονικό αυτό όριο και στο εξής οι σκλαβωμένοι νικητές του αλβανικού έπους και ιδιαίτερα σύμπασα η εργαζόμενη και φοιτητιώσα νεολαία οργάνωσαν με ευρηματικότητα δίκτυα κατασκοπείας σε συνεργασία με τις συμμαχικές μυστικές υπηρεσίες, προκάλεσαν εκτεταμένες δολιοφθορές στον εχθρό ιδίως στο πλαίσιο του συμμαχικού σχεδίου Animals, διένειμαν παράνομα έντυπα, έγραψαν στους δημόσιους χώρους ανατρεπτικά συνθήματα, δρομολόγησαν μαζικές κινητοποιήσεις και λαϊκές απεργίες ειδικότερα στην περιοχή της πρωτεύουσας και των μεγάλων αστικών κέντρων, οργάνωσαν δίκτυα διαφυγής πατριωτών τόσο προς τη Μέση Ανατολή όσο και προς το βουνό, προς την Ελεύθερη Ελλάδα, διαμορφώνοντας έτσι την πολυσχιδή αντίσταση του αδούλωτου ελληνικού λαού εναντίον των δυνάμεων του φασισμού.

     Στο εμπροσθόφυλλο και στο πάνω μέρος εικονίζονται Νέοι και Νέες σε χαρακτηριστική στάση, γονυπετείς, να διαδηλώνουν κατά τις πρώτες ημέρες των Δεκεμβριανών (4.12.1944) στη Λεωφόρο Βασιλίσσης Αμαλίας μπροστά από το νεοκλασικό κτίριο του Κοινοβουλίου, ενώ στο κάτω μέρος με φόντο τα γερμανικά τανκς – της 4ης Μηχανοκίνητης Μεραρχίας του Βρανδεμβούργου
να περνούν στις 27.4.1941 μπροστά από τα Προπύλαια της Ακρόπολης – απαθανατίζονται φωτογραφικά σε μία σύνθεση από αριστερά προς τα δεξιά ο Χίτλερ, ο Μανώλης Γλέζος και ο Απόστολος Σάντας.
      Στο πάνω μέρος του οπισθόφυλλου απεικονίζονται από αριστερά προς τα δεξιά ο Πλάτωνας Χατζημιχάλης, υπουργός Εθνικής Οικονομίας στην πρώτη κατοχική κυβέρνηση υπό τον Γεώργιο Τσολάκογλου και ο Günther Altenburg, πληρεξούσιος του Ράιχ στην Ελλάδα από τις 28.4.1941